Κάθε χρόνο συζητάμε για τη σωστή εποχή συγκομιδής της ελιάς. Κάθε χρόνο καταγράφονται πολλά επιχειρήματα υπέρ της υπερπρώιμης, πρώιμης έως όψιμης συγκομιδής αλλά πολύ συχνά σημειώνονται διάφορες διαφωνίες. Ας δούμε τα σημαντικότερα κριτήρια που θα μας βοηθήσουν να αποφασίσουμε ορθότερα.
Πρώτο κριτήριο είναι η εποχή που η ποικιλία μας έχει ολοκληρώσει τη δημιουργία ελαίου στον καρπό. Αυτή πρακτικά συμπίπτει με την εποχή που το χρώμα στον καρπό «γυρίζει» όπως λέμε. Είναι όταν ο καρπός έχει αρχίζει να αλλάζει χρώμα σε ιώδες. Ακριβέστερο μέσο είναι η εργαστηριακή μέτρηση ως συγκριτικό μέγεθος (το πραγματικό στο ελαιοτριβείο είναι πάντα χαμηλότερο λόγω τεχνολογίας της ελαιοποίησης).
Άλλο κριτήριο είναι ο χρόνος μέσα στον οποίο θέλουμε να έχουμε μαζέψει τους καρπούς. Αυτό εξαρτάται από τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούμε και τα προσφερόμενα εργατικά. Μας καθορίζει το χρόνο συλλογής από την έναρξη ως το τέλος της συγκομιδής λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό δένδρων.
Τρίτο κριτήριο είναι τα χαρακτηριστικά που θέλουμε να έχει το ελαιόλαδο που θα παραχθεί. Και αυτό γιατί υπάρχει σημαντικό τμήμα του καταναλωτικού κοινού που επιθυμεί «γλυκά» ελαιόλαδα και όχι τα «δυνατά» ελαιόλαδα από πιο πρώιμους καρπούς. Αυτά είναι συνήθως πιο πικρά και πικάντικα από την έντονη παρουσία ουσιών οι οποίες είναι ωφέλιμες για την υγεία αλλά και για τη διατηρησιμότητα του ελαιολάδου. Αντίθετα ελαιόλαδα από σχεδόν μαύρες, υπερώριμες ελιές είναι γλυκά μεν, αλλά οξειδώνονται και αλλοιώνονται πιο εύκολα.
Συμπληρωματικό κριτήριο που έχουμε να λαμβάνουμε υπόψη είναι ότι όσο μεγαλύτερη είναι η παραμονή του καρπού στο ελαιόδενδρο τόσο εντείνεται η παρενιαυτοφορία. Άρα πρώιμη συγκομιδή οδηγεί σε περισσότερο καρπό την επόμενη χρονιά.
Τα παραπάνω κριτήρια είναι εύκολα στον καθορισμό του οικονομικού σχεδιασμού μιας εκμετάλλευσης. Υπάρχουν και αυτά που μας δυσκολεύουν στην ποσοτικοποίηση κόστους – οφέλους καθώς υπάρχουν ετήσιες διαφοροποιήσεις και ο ακριβής προσδιορισμός τους δεν είναι εύκολο να καταμετρηθεί. Παρόλα αυτά ο συνυπολογισμός τους είναι απαραίτητος και καθοριστικός στο τελικό οικονομικό αποτέλεσμα.
Τέτοια είναι οι εποχικές προσβολές από εχθρούς και ασθένειες. Όσο προχωράμε στο φθινόπωρο και ο καρπός «λαδώνει» περισσότερο, ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονται λόγω συνθηκών και οι εχθροί (ο δάκος κυρίως) και οι μυκητολογικές ασθένειες (γλοιοσπόριο κλπ). Προκειμένου να προστατευθεί ο καρπός θα χρειαστούν επεμβάσεις το κόστος των οποίων θα καθορίσουν πάλι ο αριθμός των δένδρων, ο διαθέσιμος εξοπλισμός, η εργασία καθώς και η αξία των υλικών που θα χρησιμοποιήσουμε.
Όσο προχωράμε στη φάση της ωρίμανσης ο καρπός γίνεται όλο και πιο ευαίσθητος και στη μηχανική πτώση. Επιπλέον εκτίθεται στις καιρικές συνθήκες που σημαίνουν απώλειες ποσοτήτων άρα εισοδήματος.
Τα παραπάνω σημαίνει ότι παρακολουθούμε στενά καιρικές συνθήκες με σημαντικότερους δείκτες της υγρασίας και της θερμοκρασίας, παγίδες και σε ακόμα πιο λεπτομερή παρακολούθηση βλαστικά στάδια αυτοφυούς βλάστησης ξενιστών και ωφέλιμων πληθυσμών.
Συχνά έχει χρειαστεί να «θυσιάζουμε» ποσότητα ελαιολάδου συγκομίζοντας πρωιμότερα γιατί το κόστος διατήρησης του καρπού στα δένδρα κρίνεται μεγαλύτερο από το τελικά ωφελούμενο.
Μπορεί να υπάρχουν λοιπόν γενικοί κανόνες για τον προσδιορισμό του χρόνoυ συγκομιδής αλλά είναι σοφότερη η εξατομίκευση για κάθε εκμετάλλευση με βάση και με τα παραπάνω που για ευκολία συγκεντρώνονται στο γράφημα της εικόνας.